top of page

Τα μαγαζιά των νιάτων μας



Είναι κάποια μαγαζιά, μπαράκια και εστιατόρια, που σημάδεψαν τα νιάτα μας όπως, για να μιλήσω στη γλώσσα της δικής μας γενιάς, σημάδεψε το saint Elmo's fire τους πρωταγωνιστές της ομώνυμης ταινίας και το central perk τα φιλαράκια. Ποια είναι αυτή η γενιά; Οι πενηντάρηδες, λέξη που μόλις ξεστομίζω νιώθω σοκ και δέος, πέντε χρόνια πάνω, πέντε κάτω δεν αλλάζουν την κατάσταση. Είμαστε μία γενιά στο μεταίχμιο, νιώθουμε τριαντάρηδες και δεν επιτρέπουμε να ακουστεί η λέξη μεσήλικας παρουσία μας.

Πάμε λοιπόν for a walk on memory lane, να θυμηθούμε την όχι και τόσο παλιά Θεσσαλονίκη των νιάτων μας ή αλλιώς της ζωής π.π. (προ παιδιών). Ξεκινώ με αγαπημένο μπαρ που τώρα τελευταία το αναπολώ συχνά, λόγω της έλλειψης συνοδευτικών στα σύγχρονα μαγαζιά. Το μοναδικό Cardu στο κέντρο της πόλης στην Παλαιών Πατρών Γερμανού πάνω από την Παύλου Μελά με το ζεστό ξύλινο μπάρ που δεν φρόντιζε μόνο για τη διασκέδαση και τα ποτά, με μία πλούσια ειδικά για την εποχή λίστα κρασιών, των θαμώνων, αλλά μας τάιζε κιόλας! Με διαφορετικά κάθε φορά πιάτα ανά αριθμό ποτών. Πρώτα ποτά λουκανικα κοκτέιλ με διάφορα ντιπ, δεύτερα ποτά πιπεριές φλωρίνης γεμιστές με τυριά, τρίτα ποτά πατάτα ψητή με βούτυρο ή μαγιονέζα και η λίστα ατελείωτη. Και οι μερίδες κανονικές όχι αστεία, να φας να χορτάσεις! Απέναντι από το Cardu, το Friends σε υποδεχόταν με δυνατή μουσική και τρελό κέφι από τη στιγμή που έμπαινες μέσα! Μικρό αλλά δυναμίτης, το στενόμακρο μπαρ ήταν δημιούργημα φίλων, εξ ού και το όνομα. Άλλο αγαπημένο στέκι το Αρχοντολόι στην Προξένου δίπλα στο εμβληματικό Clochard και απέναντι από το υπέροχο και πιο κυριλέ Balkan, αφού εκεί πήγαιναν οι μεγαλύτεροι και κάτι κυρίες στην ηλικία που είμαστε εμείς τώρα για καφέ. Χαμός στο Αρχοντολόι! Ό,τι ώρα και να πήγαινες έβρισκες γνωστούς και φίλους να πιεις και μια μπυρίτσα μαζί τους. Τα βράδια ατελείωτα, αφού παιδιά σκυλιά δεν είχαμε και οι δουλειές μας ήταν σε πιο χαλαρή φάση τότε. Γιορτές και γενέθλια πάντα γίνονταν εκεί, με τον Πετράν μοναδικό οικοδεσπότη να ανέχεται κάθε τρέλα της στιγμής! Λίγο πιο πάνω από την Τσιμισκή στην Κομνηνών σε όροφο μας περίμενε για πιο ιδιαίτερες νύχτες το μοναδικό Orient. Ανατολίτικη μουσική, μαροκινή κουζίνα και ενίοτε αισθησιακός αυθεντικός χορός της κοιλιάς σε ένα μαγαζί κόσμημα για την πόλη μας.

Είχαμε όμως και τα εστιατόρια στα οποία συχνάζαμε και μάλιστα υπήρξαν διαστήματα που τα επισκεπτόμασταν καθημερινά και ανάλογα με το πορτοφόλι και την περίσταση. Αυτό βέβαια συνέβαλε στην όχι και τόσο αμελητέα αύξηση του βάρους μας! Καταρχήν για ιταλικό πηγαίναμε στο κλασικό Vivere στον πεζόδρομο της Ζεύξιδος όπου οι μακαρονάδες ήταν εγγύηση και οι τιμές λογικές. Αν πάλι μπορούσαμε να πάμε σε ιταλικό εκτός κέντρου προτιμούσαμε την αυθεντική trattoria του Giordano στην Πυλαία, που με την απλότητα αλλά και τα φρέσκα ζυμαρικά που έφτιαχνε καθημερινά προσέφερε αληθινές γεύσεις. Για κάτι μαγειρευτό, από την άλλη, αρνάκι φρικασέ και πατάτες σπέσιαλ πηγαίναμε στον πεζόδρομο της Ικτίνου στο all time classic Tiffany's. Για ουζάκι με γαύρο ξυδάτο, πράσινη φάβα και άλλους υπέροχους μεζέδες είμασταν τακτικοί πελάτες στην Τομπουρλίκα που τότε βρισκόταν στην Καλαποθάκη, ενώ άλλες φορές για λίγο πιο ανεβασμένη κατάσταση πηγαίναμε στον Καπετάν Διαμαντή στην Ολυμπίου Διαμαντή, όπου συχνά απολαμβάναμε καραβίδες και άλλα εκλεκτά θαλασσινά, ενώ στην κατηγορία αυτή έπαιζε πολύ και το Λεπέν σε εσοχή της Αριστοτέλους αν και είχε αρχίσει να ακριβαίνει γιατί ήταν από τα μαγαζιά αυτά που λέγαμε ότι τα χάλασαν οι Αθηναίοι (!). Υπήρχαν βέβαια και τα εστιατόρια για ειδικές περιστάσεις, γενέθλια, επετείους, ημέρες των ερωτευμένων, όλα τα highlights των σχέσεων μας. Για κάτι τέτοιες περιπτώσεις υπήρχε ο Πανσέληνος, εκεί που βρίσκεται η έπαυλη Μαρόκου σήμερα, Βασιλίσσης Όλγας με Πέτρου Συνδίκα. Ακόμα γεύομαι το υπέροχο ροζέ Chateau Carras που ήπια του Αγίου Βαλεντίνου του 98, όταν ακόμα τα κρασιά ήταν πραγματικά του Καρρά. Για πιο επίσημες εξόδους και όταν το άντεχε το πορτοφόλι μας, που τότε ήταν πιο νέο, όπως και εμείς άλλωστε, επιλέγαμε το Αθήρι σε ένα νεοκλασσικό της Βασιλέως Γεωργίου όπου δοκιμάσαμε τα πρώτα μας φιλέτα.

Και μετά γνωρίσαμε το Draft. Αυτό το υπέροχο μαγαζί στη Σαλαμίνος άλλαξε τη γευστική μας παλέτα και άφησε ανεξίτηλο το σημάδι του στον γαστρονομικό μας χάρτη. Δοκιμάσαμε, ξανά και ξανά για να είμαστε σίγουροι, το κροστίνι με τυλιγμένη μελιτζάνα, μπέικον και τυρί, σερβιρισμένο μοναδικά σε χάλκινο σκεύος, την σαλάτα με κινέζικο λάχανο, τυρί, προσούτο κότο και λευκό ξύδι, το κότσι που τότε γνωρίσαμε στην πιο τέλεια οπτικά και γευστικά μορφή του, αλλά και την πανακότα που εκεί πρωτοεμφανίστηκε στην γαστρονομική σκηνή της Θεσσαλονίκης. Κουζίνα, σέρβις και κάβα στα καλύτερα τους καθημερινά, και ένα πλήρως ενημερωμένο μπαρ στο οποίο ένιωθες άνετα να πιεις μία μπύρα μόνη σου το μεσημέρι, ακόμα και στην ντροπαλή ηλικία των εικοσιτριών. Μαγαζί στο οποίο θα πηγαίναμε και τώρα, ενω το τέλος του επιβεβαίωνε την άποψη μας για το είδος και την ποιότητα του, μιας και ο ιδιοκτήτης αποφάσισε να ακολουθήσει τις κόρες του στην Αθήνα και αφού πλήρωσε αποζημιώσεις σε όλο το προσωπικό έκλεισε. Μοναδική περίπτωση.

Υπήρχαν βέβαια και άλλα μαγαζιά στα οποία συχνάζαμε, αλλά κάποια στιγμή θα έπρεπε να τελειώσω την ανάρτηση. Δεν μπορώ να ξεχάσω το The Bar, τη Loft, το .es (punt es), το λυκοδρόμιο αλλά και τον εμβληματικό Μανδραγόρα. Φυσικά είναι και αυτά που άντεξαν στο χρόνο όπως η Σάλα Μπιάνκα ανατολικά απέναντι από τη Βίλα Μπιάνκα, τα βομβίδια δίπλα στην Μοδιάνο, το Ολύμπιον, το Local και ο Ζύθος. Εμείς βέβαια, δεν είμαστε πια οι ίδιοι και γι'αυτό άλλαξαν και αυτά μαζί με την οπτική και τις εμπειρίες μας. Και τι δεν θα έδινα για μια βόλτα στα μπαράκια όπως παλιά!

Comments


bottom of page